1.
***
2.
Σου υποσχέθηκα να βγάλουμε ποιήματα
να τα χώσουμε στις βιβλιοθήκες
και να τα κυκλοφορήσουμε χέρι με χέρι στις καταλήψεις
κι ήταν τότε
που αρχίσανε τις εκκενώσεις και τις απελάσεις –
οι δρόμοι της πόλης μυρίζανε
σαν το τρίχωμα βρεγμένου σκύλου
και ποτίζανε τα μπατζάκια των αστέγων
εμείς συζητούσαμε για τις υποτροφίες
της κυρίας Κιουρί
φτύναμε βρισιές μετά τις συνεντεύξεις για δουλειά
και κάθε καινούριο στίχο που γράφαμε τον μισούσαμε.
Έχω καταντήσει σαν στριμμένος γέρος.
Δεν σηκώνω πολλά-πολλά.
Ζωγραφίζω το σύμπλεγμα του βασιλιά αρουραίου
στον υπόγειο του Λονδίνου
και πετάω κατάρες
και να τα κυκλοφορήσουμε χέρι με χέρι στις καταλήψεις
κι ήταν τότε
που αρχίσανε τις εκκενώσεις και τις απελάσεις –
οι δρόμοι της πόλης μυρίζανε
σαν το τρίχωμα βρεγμένου σκύλου
και ποτίζανε τα μπατζάκια των αστέγων
εμείς συζητούσαμε για τις υποτροφίες
της κυρίας Κιουρί
φτύναμε βρισιές μετά τις συνεντεύξεις για δουλειά
και κάθε καινούριο στίχο που γράφαμε τον μισούσαμε.
Έχω καταντήσει σαν στριμμένος γέρος.
Δεν σηκώνω πολλά-πολλά.
Ζωγραφίζω το σύμπλεγμα του βασιλιά αρουραίου
στον υπόγειο του Λονδίνου
και πετάω κατάρες
τα βρωμόνερα του Τάμεση
να πλημμυρήσουν το πανεπιστήμιο –πρώτα–
κι ύστερα να μπουν μέσα στα σπίτια
και να μας βγάλουν έξω με τη βία
να γεμίσουν σκατά τα πτυχία μας
κι ύστερα να μπουν μέσα στα σπίτια
και να μας βγάλουν έξω με τη βία
να γεμίσουν σκατά τα πτυχία μας
τα πιστοποιητικά
κι οι βεβαιώσεις
να σβηστούνε τα αρχεία και οι φάκελοι
και να δούμε τότε με τη βρώμα
να σβηστούνε τα αρχεία και οι φάκελοι
και να δούμε τότε με τη βρώμα
ποιοι θυμούνται τελικά
ακόμα
να κοιτάζουν καθαρά
και να διακρίνουν.
να κοιτάζουν καθαρά
και να διακρίνουν.
ΜΥΡΙΣΑΙ ΤΟ ΑΡΙΣΤΟΝ |
3.
***